lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ένας στα γερμανικά

Λέξη:
ένας (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (19):
allein, alleinig, beliebig, bestimmt, ein, einen, einer, einige, eins, einsam, einzig, einzigartig, gewiss, irgend, irgendein, manch, sicher, singulär, sondergleichen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ένας, ένας χωρισμός, ένας χαρισματικός άνθρωπος, ένας υπέροχος άνθρωπος, ένας τρελός τρελός αεροπειρατής, ένας σκύλος με μπλογκ, ένας στα γερμανικά, allein στα ελληνικά
ένας στα γερμανικά