lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαλλάσσω στα γερμανικά

Λέξη:
απαλλάσσω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
befreien, entledigen, erlösen, freilassen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά απαλλάσσω, απαλλάσσω χρονικη αντικατασταση, απαλλάσσω συνωνυμα, απαλλάσσω στα αγγλικα, απαλλάσσω κλιση, απαλλάσσω αρχικοί χρόνοι, απαλλάσσω στα γερμανικά, befreien στα ελληνικά
απαλλάσσω στα γερμανικά