lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαλλάσσω στα πορτογαλικά

Λέξη:
απαλλάσσω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
desembaraçar, desimpedir, dispensar, liberar, soltar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά απαλλάσσω, απαλλάσσω χρονικη αντικατασταση, απαλλάσσω συνωνυμα, απαλλάσσω στα αγγλικα, απαλλάσσω κλιση, απαλλάσσω αρχικοί χρόνοι, απαλλάσσω στα πορτογαλικά, desembaraçar στα ελληνικά
απαλλάσσω στα πορτογαλικά