lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποκαλύπτω στα γερμανικά

Λέξη:
αποκαλύπτω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (11):
abdecken, aufdecken, aufschließen, bloßstellen, entdecken, enthüllen, eröffnen, finden, kundtun, offenbaren, veröffentlichen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά αποκαλύπτω, εκπομπή αποκαλύπτω, αποκαλύπτω χαρδαβελας, αποκαλύπτω τουσ κορυφαίουσ του πασοκ, αποκαλύπτω ταινια, αποκαλύπτω συνώνυμο, αποκαλύπτω στα γερμανικά, abdecken στα ελληνικά
αποκαλύπτω στα γερμανικά