lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απολαμβάνω στα γερμανικά

Λέξη:
απολαμβάνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
lieben, mögen, genießen, schweigen, kosten, probieren, schmecken, verkosten
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά απολαμβάνω, απολαμβάνω τινός, απολαμβάνω συνώνυμα, απολαμβάνω στιχοι, απολαμβάνω προστακτική, απολαμβάνω λεξικο, απολαμβάνω στα γερμανικά, lieben στα ελληνικά
απολαμβάνω στα γερμανικά