lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απολαμβάνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
απολαμβάνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (11):
amar, amor, catar, degustar, estimar, gostar, gozar, prezar, querer, sabor, saborear
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά απολαμβάνω, απολαμβάνω τινός, απολαμβάνω συνώνυμα, απολαμβάνω στιχοι, απολαμβάνω προστακτική, απολαμβάνω λεξικο, απολαμβάνω στα πορτογαλικά, amar στα ελληνικά
απολαμβάνω στα πορτογαλικά