lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δανείζομαι στα γερμανικά

Λέξη:
δανείζομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
aufnehmen, ausleihen, borgen, leihen, pumpen, verleihen, entlehnen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά δανείζομαι, δανείζομαι συνωνυμα, δανείζομαι στα αγγλικα, δανείζομαι μεταφραση, δανείζομαι στα γερμανικά, aufnehmen στα ελληνικά
δανείζομαι στα γερμανικά