lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δανείζομαι στα ρωσικά

Λέξη:
δανείζομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (4):
занимать, одалживать, ссужать, заимствовать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά δανείζομαι, δανείζομαι συνωνυμα, δανείζομαι στα αγγλικα, δανείζομαι μεταφραση, δανείζομαι στα ρωσικά, занимать στα ελληνικά
δανείζομαι στα ρωσικά