lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δανείζομαι στα ουκρανικά

Λέξη:
δανείζομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
зичити, надайте, позичати, позичити
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά δανείζομαι, δανείζομαι συνωνυμα, δανείζομαι στα αγγλικα, δανείζομαι μεταφραση, δανείζομαι στα ουκρανικά, зичити στα ελληνικά
δανείζομαι στα ουκρανικά