lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δειλός στα γερμανικά

Λέξη:
δειλός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (10):
ängstlich, furchtsam, scheu, schüchtern, zaghaft, feig, feige, keusch, schamhaft, verschämt
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά δειλός, δειλός τι σημαινει, δειλός συνώνυμο, δειλός συνώνυμα, δειλός στα γαλλικα, δειλός ορισμός, δειλός στα γερμανικά, ängstlich στα ελληνικά
δειλός στα γερμανικά