lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διασκεδάζω στα γερμανικά

Λέξη:
διασκεδάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
amüsieren, belustigen, vergnügen, aufheitern, erheitern, unterhalten, zerstreuen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά διασκεδάζω, διασκεδάζω τις εντυπώσεις, διασκεδάζω συνώνυμα, διασκεδάζω ορισμός, διασκεδάζω μετάφραση, διασκεδάζω και μαθαίνω τα γράμματα, διασκεδάζω στα γερμανικά, amüsieren στα ελληνικά
διασκεδάζω στα γερμανικά