lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επενδύω στα γερμανικά

Λέξη:
επενδύω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (14):
anlegen, antun, anziehen, aufsetzen, einfügen, einlegen, einsetzen, hineinlassen, investieren, legen, platzieren, setzen, stecken, stellen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά επενδύω, επενδύω συνώνυμο, επενδύω συνώνυμα, επενδύω συναισθηματικά, επενδύω στα αγγλικα, επενδύω λεξικό, επενδύω στα γερμανικά, anlegen στα ελληνικά
επενδύω στα γερμανικά