lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπάρχω στα ουκρανικά

Λέξη:
υπάρχω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (28):
бувати, будьте, бути, віяти, дихати, дихніть, домогтися, досягати, досягнути, здобути, знаходитися, мешкати, міститися, набувати, набути, одержати, одержувати, отримати, отримувати, панувати, переважати, переважте, побувати, походити, превалювати, придбати, існувати, існуйте
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά υπάρχω, υπάρχω συνώνυμα, υπάρχω στίχοι, υπάρχω στέλιος καζαντζίδης lyrics, υπάρχω στέλιος καζαντζίδης, υπάρχω λατσιά, υπάρχω στα ουκρανικά, бувати στα ελληνικά
υπάρχω στα ουκρανικά