lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θανάσιμος στα γερμανικά

Λέξη:
θανάσιμος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (9):
einzelperson, individuum, mensch, person, sterbliche, sterblicher, sterbend, sterblich, tödlich
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά θανάσιμος, θανάσιμοσ επισκέπτησ, θανάσιμος τραυματισμός στρατιώτη, θανάσιμος τραυματισμός στελέχους του πν, θανάσιμος τραυματισμός 65χρονου στη νάξο, θανάσιμος παραμύθι lyrics, θανάσιμος στα γερμανικά, einzelperson στα ελληνικά
θανάσιμος στα γερμανικά