lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατακτώ στα γερμανικά

Λέξη:
κατακτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (17):
bemächtigen, besiegen, besorgen, bewältigen, erbeuten, erlangen, erobern, erringen, erwerben, erzielen, gewinnen, schaffen, schlagen, unterwerfen, übersteigen, überwinden, überwältigen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κατακτώ, κατακτώ συνώνυμα, κατακτώ στα αγγλικά, κατακτώ μετάφραση, κατακτώ αγγλικά, κατακτώ english, κατακτώ στα γερμανικά, bemächtigen στα ελληνικά
κατακτώ στα γερμανικά