lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατακτώ στα ιταλικά

Λέξη:
κατακτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (15):
acquisire, acquistare, assoggettare, bastonare, battere, conquistare, conseguire, debellare, picchiare, procurare, sconfiggere, soggiogare, sormontare, superare, vincere
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά κατακτώ, κατακτώ συνώνυμα, κατακτώ στα αγγλικά, κατακτώ μετάφραση, κατακτώ αγγλικά, κατακτώ english, κατακτώ στα ιταλικά, acquisire στα ελληνικά
κατακτώ στα ιταλικά