lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατακτώ στα τσεχική

Λέξη:
κατακτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (30):
bít, dobýt, dohodit, dostat, dostihnout, dosáhnout, klepat, mlátit, nabýt, naklepat, obstarat, opatřit, podmanit, podrobit, porazit, porážet, pořídit, překonat, přemoci, převyšovat, tlouci, ujařmit, vybojovat, vyklepat, zbít, zotročit, zvítězit, získat, získávat, šlehat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική κατακτώ, κατακτώ συνώνυμα, κατακτώ στα αγγλικά, κατακτώ μετάφραση, κατακτώ αγγλικά, κατακτώ english, κατακτώ στα τσεχική, bít στα ελληνικά
κατακτώ στα τσεχική