lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κράμα στα γερμανικά

Λέξη:
κράμα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
beimengung, einschlag, legierung, zusatz
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κράμα, κράμα ψευδάργυρου, κράμα χαλκού νικελίου και ψευδαργύρου, κράμα χαλκού, κράμα συνώνυμα, κράμα μετάλλου, κράμα στα γερμανικά, beimengung στα ελληνικά
κράμα στα γερμανικά