lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μερίδιο στα γερμανικά

Λέξη:
μερίδιο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (26):
abschnitt, abteilung, acker, ackerland, anteil, beistrich, bestandteil, beteiligung, bruchteil, ehre, ehrfurcht, ehrung, einzelteil, element, partie, portion, ration, rolle, schnitte, scholle, stück, teigwaren, teil, teilhaber, teilnahme, tracht
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά μερίδιο, μερίδιο των αγγέλων, μερίδιο αγοράς σταθερής τηλεφωνίας, μερίδιο αγοράς κινητής τηλεφωνίας 2013, μερίδιο αγοράς κινητής τηλεφωνίας 2012, μερίδιο αγοράς κινητής τηλεφωνίας 2011, μερίδιο στα γερμανικά, abschnitt στα ελληνικά
μερίδιο στα γερμανικά