lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξυπνώ στα γερμανικά

Λέξη:
ξυπνώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
aufwachen, aufwecken, erwachen, erwecken, wecken, aufgeweckt, aufweckend
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ξυπνώ, ξυπνώ τη χαραυγή, ξυπνώ συνώνυμα, ξυπνώ παρατατικός, ξυπνώ με την αυγούλα, ξυπνώ με πονοκέφαλο, ξυπνώ στα γερμανικά, aufwachen στα ελληνικά
ξυπνώ στα γερμανικά