lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πνευματώδης στα γερμανικά

Λέξη:
πνευματώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (13):
aufgeweckt, behände, geistreich, hurtig, intelligent, klug, rasch, reißend, scharfsinnig, schlau, schnell, spritzig, witzig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά πνευματώδης, πνευματώδης συνώνυμα, πνευματώδης σημασια, πνευματώδης ετυμολογια, πνευματώδης στα γερμανικά, aufgeweckt στα ελληνικά
πνευματώδης στα γερμανικά