lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσθέτω στα γερμανικά

Λέξη:
προσθέτω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (17):
addieren, anschließen, begleiten, beifügen, beilegen, fügen, gesellen, hinzufügen, summieren, verbinden, vereinigen, zufügen, zugeben, zusammenfügen, zusammenrechnen, zusammenschließen, zusetzen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά προσθέτω, προσθέτω συνώνυμο, προσθέτω συνώνυμα, προσθέτω ρημα, προσθέτω πόντους, προσθέτω προσθέτεις, προσθέτω στα γερμανικά, addieren στα ελληνικά
προσθέτω στα γερμανικά