lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνθήκη στα γερμανικά

Λέξη:
συνθήκη (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (15):
abkommen, abmachung, abrede, absprache, einigung, kontrakt, konvention, pakt, verabredung, vereinbarung, vertonung, vertrag, übereinkommen, übereinkunft, übereinstimmung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά συνθήκη, συνθήκη των σεβρών, συνθήκη των βερσαλλιών, συνθήκη του μοντρέ, συνθήκη του μάαστριχτ, συνθήκη της ρώμης, συνθήκη στα γερμανικά, abkommen στα ελληνικά
συνθήκη στα γερμανικά