lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τρικλίζω στα γερμανικά

Λέξη:
τρικλίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
hin, schütteln, schwanken, wanken, taumeln, torkeln, wälzen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά τρικλίζω, τρικλίζω στα γερμανικά, hin στα ελληνικά
τρικλίζω στα γερμανικά