lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τωρινός στα γερμανικά

Λέξη:
τωρινός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (14):
aktuell, anwesend, anwesender, beiwohnen, gegenwärtig, geläufig, gleichzeitig, gängig, jetzig, jeweilig, modern, momentan, zeitgemäß, zeitgenössisch
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά τωρινός, τωρινός συνώνυμο, τωρινός συνώνυμα, τωρινός στα γερμανικά, aktuell στα ελληνικά
τωρινός στα γερμανικά