lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τωρινός στα ουγγρική

Λέξη:
τωρινός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (9):
aktuális, érvényes, időszerű, jelen, jelenlegi, jelenlevő, korszerű, kortárs, mai
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική τωρινός, τωρινός συνώνυμο, τωρινός συνώνυμα, τωρινός στα ουγγρική, aktuális στα ελληνικά
τωρινός στα ουγγρική