lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπάρχοντα στα γερμανικά

Λέξη:
υπάρχοντα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
anwesen, besitz, eigenschaft, eigentum, gut, habe, habseligkeiten, vermögen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά υπάρχοντα, υπάρχοντα στα γερμανικά, anwesen στα ελληνικά
υπάρχοντα στα γερμανικά