lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υποκατάστημα στα γερμανικά

Λέξη:
υποκατάστημα (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (14):
abteilung, agentur, division, filiale, kommando, nebenstelle, niederlassung, segmentierung, teilung, trupp, truppe, vermittlung, zweige, zweigniederlassung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά υποκατάστημα, υποκατάστημα τράπεζας πειραιώς, υποκατάστημα στα αγγλικά, υποκατάστημα πειραιώς, υποκατάστημα ικα, υποκατάστημα εθνικής τράπεζας, υποκατάστημα στα γερμανικά, abteilung στα ελληνικά
υποκατάστημα στα γερμανικά