lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υποκατάστημα στα ουγγρική

Λέξη:
υποκατάστημα (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
különítmény, osztag, osztály, osztás, rész, részleg
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική υποκατάστημα, υποκατάστημα τράπεζας πειραιώς, υποκατάστημα στα αγγλικά, υποκατάστημα πειραιώς, υποκατάστημα ικα, υποκατάστημα εθνικής τράπεζας, υποκατάστημα στα ουγγρική, különítmény στα ελληνικά
υποκατάστημα στα ουγγρική