υπόκωφος στα αγγλικά υπόκωφος στα τσεχική υπόκωφος στα δανική υπόκωφος στα ισπανικά υπόκωφος στα γαλλικά υπόκωφος στα ιταλικά υπόκωφος στα νορβηγικά υπόκωφος στα ρωσικά υπόκωφος στα σουηδικά υπόκωφος στα λευκορωσίας υπόκωφος στα εσθονική υπόκωφος στα φινλανδικά υπόκωφος στα κροατικά υπόκωφος στα ουγγρική υπόκωφος στα λιθουανική υπόκωφος στα πορτογαλικά υπόκωφος στα ρουμανική υπόκωφος στα ουκρανικά υπόκωφος στα πολωνική
φυλή στα γερμανικά υποκατάστημα στα ρωσικά κύλινδρος στα νορβηγικά άδειος στα τσεχική αλλά στα ιταλικά
φυλή ορισμός κύλινδρος ασφαλειας άδειος σάκος υποκατάστημα εθνικής τράπεζας αλλά φευ