lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανήσυχος στα δανική

Λέξη:
ανήσυχος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
hvileløs, nervøs, rastløs, urolig
Σχετικές λέξεις:
δανική ανήσυχος, ανήσυχος ύπνος παιδιού, ανήσυχος ύπνος νεογέννητου, ανήσυχος ύπνος μωρού 5 μηνων, ανήσυχος ύπνος μωρού 10 μηνων, ανήσυχος ύπνος μωρού, ανήσυχος στα δανική, hvileløs στα ελληνικά
ανήσυχος στα δανική