lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαιτώ στα δανική

Λέξη:
απαιτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (24):
anmode, anmodning, anse, attrå, begrav, behov, behøve, efterspørgsel, fordre, fordring, forfra, forlange, formål, hensigt, inddrive, krav, krave, mål, nød, opgave, problem, sak, yrke, ønske
Σχετικές λέξεις:
δανική απαιτώ, απαιτώ συνώνυμο, απαιτώ συνώνυμα, απαιτώ μετάφραση, απαιτώ απαιτείς, απαιτώ in english, απαιτώ στα δανική, anmode στα ελληνικά
απαιτώ στα δανική