lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαιτώ στα ρωσικά

Λέξη:
απαιτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (15):
вожделеть, востребование, загадать, задавание, задание, задать, задача, затребовать, истребовать, потребовать, предпосылка, просьба, реквизировать, требование, требовать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά απαιτώ, απαιτώ συνώνυμο, απαιτώ συνώνυμα, απαιτώ μετάφραση, απαιτώ απαιτείς, απαιτώ in english, απαιτώ στα ρωσικά, вожделеть στα ελληνικά
απαιτώ στα ρωσικά