lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαιτώ στα τσεχική

Λέξη:
απαιτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (30):
chtít, cíl, dotaz, nárok, nárokovat, objekt, poptávka, poslání, potřebovat, povinnost, pověření, požadavek, požadovat, požadování, požádat, problém, práce, přání, reklamace, reklamovat, rekvizice, stížnost, vymáhat, vymáhání, vyžadovat, způsobit, úkol, úloha, žádat, žádost
Σχετικές λέξεις:
τσεχική απαιτώ, απαιτώ συνώνυμο, απαιτώ συνώνυμα, απαιτώ μετάφραση, απαιτώ απαιτείς, απαιτώ in english, απαιτώ στα τσεχική, chtít στα ελληνικά
απαιτώ στα τσεχική