lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γρήγορος στα δανική

Λέξη:
γρήγορος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (37):
aktiv, alert, blank, byråd, dreven, ekspeditte, fart, fiks, flink, fort, glad, gløgg, has, hastig, hurtig, hurtigt, intelligent, ivrig, kry, kvik, kvikke, levende, list, livlig, lur, lystig, munter, rask, skarp, skarpsindig, slug, smart, snar, tvær, valken, virksom, vittig
Σχετικές λέξεις:
δανική γρήγορος, γρήγορος υπολογισμός φόρου εισοδήματος 2013, γρήγορος υπολογισμός φόρου 2012, γρήγορος συνώνυμο, γρήγορος μουσακάς, γρήγορος μετασχηματισμός fourier, γρήγορος στα δανική, aktiv στα ελληνικά
γρήγορος στα δανική