lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γραμμή στα δανική

Λέξη:
γραμμή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
bindestreg, drag, linie, linje, streg, blod, lineal, regel, strik
Σχετικές λέξεις:
δανική γραμμή, γραμμή τραμ, γραμμή μετρό, γραμμή μεταξά, γραμμή μαζινό, γραμμή καταναλωτή, γραμμή στα δανική, bindestreg στα ελληνικά
γραμμή στα δανική