lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δάκτυλο στα δανική

Λέξη:
δάκτυλο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
finger, tå
Σχετικές λέξεις:
δανική δάκτυλο, φουσκωμένο δάχτυλο, φεγγάρι δάχτυλο, παράμεσος δάκτυλο, παράμεσο δάκτυλο, ελληνικό δάχτυλο, δάκτυλο στα δανική, finger στα ελληνικά
δάκτυλο στα δανική