lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δάκτυλο στα ουκρανικά

Λέξη:
δάκτυλο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
палець, символ
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά δάκτυλο, φουσκωμένο δάχτυλο, φεγγάρι δάχτυλο, παράμεσος δάκτυλο, παράμεσο δάκτυλο, ελληνικό δάχτυλο, δάκτυλο στα ουκρανικά, палець στα ελληνικά
δάκτυλο στα ουκρανικά