lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαμέρισμα στα δανική

Λέξη:
διαμέρισμα (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (14):
bo, bolig, bols, boning, bopæl, bosted, fald, følge, hjem, hus, klangløs, lejlighed, suite, våning
Σχετικές λέξεις:
δανική διαμέρισμα, διαμέρισμα στο κέντρο της θεσσαλονίκης, διαμέρισμα στο βόλο, διαμέρισμα προς πώληση στην αθήνα, διαμέρισμα προς ενοικίαση θεσσαλονίκη, διαμέρισμα προς ενοικίαση αθήνα, διαμέρισμα στα δανική, bo στα ελληνικά
διαμέρισμα στα δανική