lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαμέρισμα στα τσεχική

Λέξη:
διαμέρισμα (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (19):
apartmá, bydlení, bydliště, byt, domov, domácnost, doprovod, družina, dům, obydlí, osídlení, pobyt, průvod, příbytek, rodina, suita, ubytování, umístění, řada
Σχετικές λέξεις:
τσεχική διαμέρισμα, διαμέρισμα στο κέντρο της θεσσαλονίκης, διαμέρισμα στο βόλο, διαμέρισμα προς πώληση στην αθήνα, διαμέρισμα προς ενοικίαση θεσσαλονίκη, διαμέρισμα προς ενοικίαση αθήνα, διαμέρισμα στα τσεχική, apartmá στα ελληνικά
διαμέρισμα στα τσεχική