lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θαυμάζω στα δανική

Λέξη:
θαυμάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (5):
beundre, dyrke, elske, forgude, tilbede
Σχετικές λέξεις:
δανική θαυμάζω, σε θαυμάζω, ονειροκρίτης θαυμάζω, θαυμάζω την ελλάδα μας, θαυμάζω συνώνυμα, θαυμάζω στα αγγλικα, θαυμάζω στα δανική, beundre στα ελληνικά
θαυμάζω στα δανική