lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθαρός στα δανική

Λέξη:
καθαρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (12):
absolut, blank, klar, kysk, lys, lødig, nøgen, proper, pur, ram, ren, ærbar
Σχετικές λέξεις:
δανική καθαρός, καθαρός συνώνυμο, καθαρός συνώνυμα, καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται, καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται, καθαρός μισθός 2013, καθαρός στα δανική, absolut στα ελληνικά
καθαρός στα δανική