lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξοπλισμός στα ουγγρική

Λέξη:
εξοπλισμός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (16):
apparátus, armatúra, bagázs, berendezés, csapat, felszerelés, garnitúra, jelmez, komplett, készülék, műszer, ruha, ruhaköltemény, szerelvény, viselet, öltözet
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική εξοπλισμός, εξοπλισμός σκι, εξοπλισμός ποδηλάτου, εξοπλισμός ξενοδοχείων & είδη μαζικής εστίασης, εξοπλισμός ξενοδοχείων, εξοπλισμός κουζίνας, εξοπλισμός στα ουγγρική, apparátus στα ελληνικά
εξοπλισμός στα ουγγρική