lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθαρός στα πορτογαλικά

Λέξη:
καθαρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (22):
absoluto, calvo, caseado, castiço, casto, continente, curioso, despido, fino, limpo, límpido, líquido, lúcido, mero, mondo, neto, nu, nítido, puro, seco, suevas, virginal
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά καθαρός, καθαρός συνώνυμο, καθαρός συνώνυμα, καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται, καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται, καθαρός μισθός 2013, καθαρός στα πορτογαλικά, absoluto στα ελληνικά
καθαρός στα πορτογαλικά