lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπανάνα στα δανική

Λέξη:
μπανάνα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
δανική μπανάνα, μπανάνα συστατικά, μπανάνα οφέλη, μπανάνα με σοκολάτα, μπανάνα κέικ, μπανάνα κάλιο, μπανάνα στα δανική, banan στα ελληνικά
μπανάνα στα δανική