lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πιάνω στα δανική

Λέξη:
πιάνω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (14):
begrine, bevare, fange, fangst, fatte, flakke, få, grape, gribe, holde, klamre, nappe, opsnappe, snappe
Σχετικές λέξεις:
δανική πιάνω, πιάνω χρυσάφι και γινεται χωμα, πιάνω χρυσάφι και γίνεται χώμα lyrics, πιάνω φωτιά στίχοι, πιάνω φωτιά, πιάνω τον ταύρο από τα κέρατα, πιάνω στα δανική, begrine στα ελληνικά
πιάνω στα δανική