lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προξενώ στα δανική

Λέξη:
προξενώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
fremkalde, medføre, udfordre, bevirke, gøre, lave
Σχετικές λέξεις:
δανική προξενώ, προξενώ στα δανική, fremkalde στα ελληνικά
προξενώ στα δανική