lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ρισκάρω στα δανική

Λέξη:
ρισκάρω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (5):
fare, fra, risikere, risiko, slump
Σχετικές λέξεις:
δανική ρισκάρω, ρισκάρω συνώνυμα, ρισκάρω και ας μην πάρω ας χάσω δεν πειράζει γιατί της στιγμής το νάζι είναι της ψυχής το γκάζι, ρισκάρω στα δανική, fare στα ελληνικά
ρισκάρω στα δανική