lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στέρεο στα δανική

Λέξη:
στέρεο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
δανική στέρεο, στέρεο νόβα δισκογραφία, στέρεο νόβα ένα κλεμμένο ποδήλατο, στέρεο νόβα - πλας, στέρεο νόβα - ο εξώστης, στέρεο νόβα - νέα ζωή 705, στέρεο στα δανική, stereofonisk στα ελληνικά
στέρεο στα δανική