lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: επίθετο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
adjective, attribute, for
επίθετο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
adjektivní, adjektivum
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
adjektiv, eigenschaftswort
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
adjektiv, tillægsord
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
adjetivo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
adjectif
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
aggettivo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
adjektiv
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
прилагательное
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
adjektiv
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mbiemër
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
adjektiiv, omadussõna
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
adjektiivi, laatusana
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pridjev
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
melléknév
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
būdvardis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
adjectivo
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
adjectiv
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
przymiotnik

Σχετικές λέξεις

επίθετο πολύς, επίθετο πολύς ασκήσεις, επίθετο πολύς-πολλή-πολύ, επίθετο ενεργός, επίθετο γραμματική, επίθετο πολύς επίρρημα πολύ, επίθετο english, επίθετο ο πολύς